Friday, December 11, 2020

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΙΤΣΙΟΣ: «Εγώ και η ζωγραφική γίναμε ένα…»

 

«Ο χρόνος ήταν λίγος, θα ήθελα μια ζωή ακόμα.

Η δίψα μου για δουλειά και δημιουργία δεν σταματά, δεν ησυχάζει…»

 


1aaa-gio-pitsiosΟ Γιώργος Πίτσιος, 94 χρονών σήμερα, γεννημένος στο χωριό Αγία Μαρίνα, στους πρόποδες του Παρνασσού Λοκρίδος, εδώ και 75 χρόνια Ζωγραφιώτης -Γουδιώτης για την ακρίβεια- που είδε τη γειτονιά του και την κοινωνία σε όλες τις φάσεις της ενηλικίωσής της, και υπηρετεί ακόμη με σφρίγος και έμπνευση μια τέχνη πάντα νέα, μας μιλάει για τη ζωή του και τη ζωγραφική, ή αν προτιμάτε, τη ζωή του με τη ζωγραφική, τις αναζητήσεις και το πάθος του που τον κρατούν ακόμη ενεργό και τον οδηγούν να δηλώνει: «Ο χρόνος ήταν λίγος, θα ήθελα μια ζωή ακόμα. Η δίψα μου για δουλειά και για δημιουργία δεν σταματά, δεν ησυχάζει…»

Λ.Π.

 

 

 

 




Ζωγραφίζετε ακόμη;

 

Γιώργος Πίτσιος : Ζωγραφίζω ακόμη και σε αυτή την ηλικία και αισθάνομαι νέος, γιατί δημιουργώ ακόμα σαν να είμαι έφηβος.

 

-Τι έχετε ζητήσει εσείς από τη ζωγραφική και τι έχει ζητήσει αυτή από εσάς;

Κοίταξε, όταν ζωγραφίζεις, έχεις μια συνομιλία με αυτό που κάνεις…
Από τη ζωγραφική, απ’ όταν αναγνώρισα στον εαυτό μου ότι ζωγραφίζω, ζήτησα να την αναπτύξω όσο γίνεται περισσότερο και να αποδώσω το δικό μου έργο.
Εκείνη ζητάει τη συνέπεια της αλήθειας, να μπορείς να κάνεις αυτό που είναι ζωγραφική, που αντιπροσωπεύει τη ζωγραφική…Δίνεις τον εαυτό σου, συνομιλείς μαζί Της και έχεις το νου σου, αυτές τις ικανότητες, που έχεις αποκτήσει, και δίνεις και τις κλείνεις σε ένα έργο. Με εξπρεσιονιστικά στοιχεία, με βυζαντινά στοιχεία και τον ιμπρεσιονισμό, που εγώ χρησιμοποίησα. Αλλά και το σωστό σχέδιο. Μου λέει κάποια μαθήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών «Κύριε Γιώργο, εσείς ζωγραφίζετε σαν παιδί, αλλά στο τέλος το κλείνετε σαν ενήλικας.»

 

 

-Πιστεύετε ότι έχετε πετύχει κάτι μέσω αυτού του τρόπου έκφρασης, και τι;

Έχω επιτύχει από μικρή ηλικία και μέχρι και τώρα να μεταφέρω τις ανησυχίες μου, τον λόγο μου αλλά και όλη μου την υπόσταση ως άνθρωπος μέσω της τέχνης. Η τέχνη με βοήθησε να επιβιώσω, να δημιουργήσω και να εκφραστώ ελεύθερα επάνω στον μουσαμά. Τα έργα τα δικά μου είναι ελεύθερη ζωγραφική με τεχνικές βυζαντινής, ιμπρεσιονισμού, εξπρεσιονισμού.

 

 

-Πώς συνέβη να ασχοληθείτε με την τέχνη της ζωγραφικής και πότε αρχίσατε;

Σας έσπρωξε κάτι στην τέχνη αυτή;

Δίπλα μου στο σχολείο στην Αγία Μαρίνα κάποιος φίλος, πολύ φίλος, ζωγράφιζε αυτοκίνητα. Τότε τα αυτοκίνητα έθελγαν. Ήταν πρωτόγνωρα για μας. Και κάναμε φορτηγά-αυτοκίνητα με δέματα καπνού επάνω και διάφορα πράγματα, που τα κουβάλαγαν στο άλλο χωριό. Και έτσι αυτός κατάφερνε να σου φτιάχνει ένα αυτοκίνητο που να έρχεται κατά πάνω σου και να είναι ολοκληρωμένο, ενώ μόνο το πρώτο μέρος είχε σχεδιαστεί. Ήταν μια επιτυχία ο Χρήστος ο Καραχάλιος, που μάλιστα κάναμε και παρέα κατά το διάστημα της παραμονής μου, όταν είχα έρθει εγώ στην Αθήνα. Εκείνος είχε έρθει πρωτύτερα. Έτσι, διαπιστώνω και εγώ ότι μπορώ να ζωγραφίσω με άλλο δρόμο. Έφτιαχνα αυτοκίνητα, έφτιαχνα ανθρώπους, έφτιαχνα γαϊδούρια, αγελάδες. Ό, τι μου ερχόταν, έφτιαχνα. Έκανα, επίσης, τον τσοπάνη…
Από πολύ μικρή ηλικία ένιωθα την ανάγκη να ζωγραφίσω και σταδιακά αυτή η ανάγκη έγινε κτήμα μου και γέμιζε την ζωή μου. Η ζωγραφική περίμενε για λίγα χρόνια μέχρι να πάω στην Αθήνα και να ασχοληθώ επαγγελματικά σε στούντιο κάλων τεχνών υπό την διεύθυνση του Φίλιππου Μάκοτση δημιουργώντας μακέτες για τον κινηματογράφο και για βιβλία. Εκεί εδραιώθηκα και είδα πραγματικά τον εαυτό μου σε σχέση με τους ανθρώπους και το περιβάλλον.
Εκεί εγώ και η ζωγραφική γίναμε ένα.

 

 

-Έχετε δεθεί με κάποια απ’ τα έργα σας;

Όλα τα έργα μου τα αγαπάω. Ο Παρνασσός είναι ένα από τα αγαπημένα μου θέματα γιατί εκεί έζησα τα παιδικά μου χρόνια, τις στιγμές με τους γονείς μου και τις πρώτες μου ανησυχίες και συγκινήσεις. Το βουνό αυτό μας συγκινούσε και μας επηρέαζε. Ήταν ένα τράνταγμα στην ζωή μου. Ακόμη και τώρα.
Τα χρώματα οι αποχρώσεις και η φόρμα του Παρνασσού μου δημιουργούσαν τεράστιο στίγμα στη δουλειά μου.
Το «δωμάτιο μου στο Παρίσι» όπου σαν νεαρός έζησα την δεκαετία του 60. Έχω δεθεί μ’ αυτό. Είναι και ένα ντοκουμέντο. Ότι υπήρξα εκεί και ζωγράφισα ακόμα και το δωμάτιό μου. Με το πορτραίτο που έχω κάνει μέσα. Ύστερα, το άλλο είναι εκείνο που έχω κάνει με τον εργάτη με το φτυάρι. Ύστερα είναι οι τσιγγάνοι. Ύστερα είναι το σκίρτημα στην Εθνική Αντίσταση των νέων…

 

 

-Αρχίσατε να καθιερώνεστε στο χώρο της ζωγραφικής, σχετικά νωρίς…

Η πρώτη μου συμμετοχή σε έκθεση ήταν το 1954, σε μια ομαδική στο εντευκτήριο «Μάριος Βαγιάνος» επί της οδού Λυκαβηττού 2. Ακολούθησαν επιπλέον δύο ομαδικές εκθέσεις και έπειτα παρουσίασα την δική μου πρωτη ατομική έκθεση το 1968.Κατοπιν EXV STO ENERGITIKO MOY μεσα στα χρονια πανω από 30 εκθεσεις ατομικες και ομαδικες.

 

-Έχετε ζήσει στη Λοκρίδα και στο Ζωγράφου. Οι τόποι αυτοί «υπάρχουν» στα έργα σας;

«Συνυπάρχουν», και πώς;

Ασφαλώς και οι δύο περιοχές υπάρχουν στα έργα μου, είναι αφετηρίες και σταθμοί πάνω στην ζωγραφική μου αλλά και στην ζωή μου, ερχόμενος μικρό παιδί από το χωριό στην Αθήνα το 1946 και αναζητώντας μια νέα ζωή.

 

 

-Ήσασταν νέος, σχεδόν έφηβος, σε μια εποχή ταραγμένη και κρίσιμη για τη χώρα. Τι συγκρατείτε από τις εμπειρίες και τα μηνύματα εκείνων των χρόνων; Πόσο σας επηρέασαν στην κατοπινή σας διαδρομή;

Ένας άνθρωπος μέσα στο πέλαγος μια ατέλειωτης θάλασσας, αυτό ήταν η Αθήνα. Το ότι μπόρεσα με κάποιους ανθρώπους, που με στήριξαν, να ζήσω, είναι κατόρθωμα.
Στάθηκα όρθιος. Τις άφησα στο δρόμο τις καταστάσεις. Ήταν πολύ δύσκολα. Τα βιώματα που μου άφησε εκείνη η εποχή. Τα βιώματα, που ήταν τρανταχτά και στόχευαν να μου αφαιρέσουν την προσωπικότητα και όχι εμένα, γενικότερα της κοινωνίας, του λαού, των ανθρώπων γενικά. Όταν πήγαιναν να μου δημιουργήσουν προβλήματα, δεν μ’ άγγιζαν. Τα έβλεπα με ψυχραιμία. Τα έβλεπα απ’ έξω, είχα το δικό μου δρόμο. Αυτή είναι η απάντηση.

-Μπορείτε να θυμηθείτε τι κατάσταση συναντήσατε όταν ήρθατε στο Γουδί το ’46;
Το Γουδί ήταν χώμα. Η πλατεία ήταν αλάνα. Η Γεωργίου Παπανδρέου ήταν αδιαμόρφωτη. Μέχρι και σπηλιές θυμήθηκα, όπου έμεναν ιερόδουλες. Το Γουδί ήταν ένα κομμάτι αδιαμόρφωτο. Δεν είχε μορφοποιηθεί, δεν είχαν γίνει οι δρόμοι, δεν είχε γίνει τίποτα από άσφαλτο…
Θυμάμαι τα μικρά και μονώροφα σπιτάκια, τις αυλές με τους φιλικούς γείτονες για συζήτηση και αλάνες όπου έπαιζαν τα παιδιά... παρεούλες έξω από τα σπίτια μας με συζητήσεις και αναζητήσεις. Στου Ζωγράφου βρήκα μια ζεστασιά από τους ανθρώπους της περιοχής. Για μεγάλη μου τύχη ο ξάδελφος μου (Γιώργος Θεοδώρου) τότε ήταν στο Εθνικό Θέατρο. Σχεδόν κάθε μήνα, ανεξάρτητα αν το είχα δει το έργο, ήμουν πάντα μέσα και παρακολουθούσα όλες τις παραστάσεις. Μεγάλη σχολή για μένα το Εθνικό Θέατρο.
Άλλαξε όλη την ροή της ζωής μου, γνώρισα αξιόλογους ανθρώπους που έπαιξαν ρόλο στην μετέπειτα πορεία μου.

 


-Είσαστε Ζωγραφιώτης - Γουδιώτης μια ολόκληρη ζωή…

Εβδομήντα πέντε χρόνια.

 

-Ποιοι σταθμοί στην κοινωνική και οικιστική εξέλιξη στην περιοχή μας σας έχουν εντυπωθεί;

Μου κάνει εντύπωση που έγινε η λεωφόρος, μου κάνει εντύπωση που έγιναν ορισμένοι δρόμοι, μου κάνει εντύπωση ότι έκλεισε το ρέμα, μου κάνει, όμως, εντύπωση ότι η Λεωφόρος Γεωργίου Παπανδρέου φτάνει μέχρι την είσοδο του πάρκου εκεί πάνω από τα σχολεία και σταματάει εκεί. Αν αυτή η λεωφόρος έβγαινε στην Κατεχάκη, θα έλεγες ότι έχω περάσει και από την απέναντι πλευρά. Θα αισθανόσουν έτσι. Δυστυχώς, δεν ξέρω κάποια πράγματα. Έγιναν ωραία πράγματα. Μάλιστα, έχει γίνει και η γλυπτοθήκη εκεί πέρα. Έχουν γίνει και καλές πολυκατοικίες εδώ στα tennis. Έχει όψη πόλεως. Μου έχουν κάνει εντύπωση αυτά. Αλλά, δεν με ενθουσιάζουν από τη στιγμή που έχει επικρατήσει η παράβαση της πολεοδομίας δίχως να προβλέπεται ο συγκεκριμένος χώρος για την αναψυχή των ανθρώπων. Ναι, είναι το πάρκο. Αλλά, το πάρκο είναι μια σταγόνα μπροστά στο μητροπολιτικό πάρκο που πρέπει να γίνει μέχρι επάνω στο Χολαργό. Με άξονες, με πλατείες χωνευτές να έχουν προσβάσεις μέσα στις συνοικίες… Πας από το Παρίσι από το Λούβρο και πας στο ξενοδοχείο σου, όπως πήγαινα εγώ. Στο Μερκούριο, στον Πύργο του Άιφελ. Και μετά ήθελα να πάω με τα πόδια.

 

-Έχετε δεθεί με κάποια γεγονότα ή με πρόσωπα;

Γιώργος Πίτσιος : Δέθηκα με τον Ανδρέα τον Παπανδρέου. Και εγώ και η μητέρα σου. Είπαμε θα κάνει την ανατροπή, είπαμε θα φέρει τα μηνύματα του Ρήγα Φεραίου και του Καποδίστρια. Να φτιάξει μια χώρα αντάξια των χωρών της Ευρώπης…Αξέχαστη όμως, είναι η παρέα της εποχής μας, ο Γιάννης Αμοργιανός η Μαρία Αμοργιανού ο Τάκης Κουτσοκάλης, ο Τέλης Κουτσοκάλης, ο Γιάννης Φλωράκης, η Φρέντη και η Άρτεμις Παπαδήμα, αγαπημένοι φίλοι δικοί μου και της Μηλίτσας στη γειτονιά.
Και βέβαια οι εικαστικοί μου φίλοι Κώστας Κουνάδης, Σπύρος Δαγλαριδης, Γιάννης Παρμακελης, Πέτρος Ζουμπουλάκης...

 

 

-Κοιτώντας, λοιπόν, τώρα προς τα πίσω στη ζωή σας, ποιες στιγμές της ζωής αξιολογείτε στις πιο σημαντικές στιγμές στη ζωή σας;

Ότι παντρεύτηκα τη Μηλίτσα τη Θήκα. Ένα κορίτσι που δεν έμοιαζε με καμιά. Είχε τη σύνθεση της μόρφωσης, του μεγαλείου, της ελπίδας, της διατήρησης, που δημιουργεί η ελπίδα. Ήταν φοβερός άνθρωπος. Και βέβαια τα παιδιά μου, έκανα δύο παιδιά υπέροχα και καλά. Ήταν σημαντικό, σημαντικότατο ότι αναγνωρίστηκα, ότι δημιούργησα μια θέση μέσα στον εικαστικό χώρο…
Δεν μπορώ όμως να ξεχάσω την ημέρα εκείνη που σκότωσαν τον πατέρα μου και τον Ιάκωβο, Γραμματέα της ΕΠΟΝ, ένα εικοσιεπτάχρονο παιδί που το αίμα έτρεχε μέσα στην πλατεία του χωριού. Έρχεται ένα παλικάρι, που ήταν φίλος του πατέρα μου, ο Νίκος ο Μπαρούτης. Όχι απ’ αυτούς τους Μπαρουταίους, συγγενής. Ράφτης ήταν. Έρχεται εκεί σε μια πλατειούλα, στην κάτω πλατεία. Εγώ έπαιζα με τα παιδιά της ηλικίας μου τότε. Και μου λέει ο Νίκος, που ερχόταν κι έσφιγγε τις γροθιές του, μόλις με βλέπει «Έλα εδώ βρε. Μπες μες στο σπίτι. Ψάχνουν να σε βρουν να σε σκοτώσουν»…Και πραγματικά, μπαίνω στο σπίτι του και αυτός καθόταν φύλακας απ’ έξω. Ο Νίκος ο Μπαρούτης, ο ράφτης –φραγκοράφτες, τους λέγαμε τότε. Καμιά φορά, χαλάρωσε η κατάσταση αφού φύγαν αυτοί και ψάξανε και δεν με βρήκαν. Βγαίνω έξω από το σπίτι αυτό, απ’ όπου απείχε το δικό μας το σπίτι, το παλιό, διακόσια μέτρα και φώναζα «Σκοτώσατε τον πατέρα μου. Είστε εσείς, εσείς κι εσείς. Γιατί σκοτώσατε τον πατέρα μου;».

 

1aaa-giopitsios

 

 

-Στο συνολικό απολογισμό που κάνετε τώρα αυτή τη στιγμή, τι μερίδιο έχει η τέχνη στη ζωή σας;

Απόλυτο. Μεγάλο.

 

-Νομίζω ότι όλα γυρίζουν γύρω από εκείνη.

Και η ζωή μου και οι σκέψεις μου. Και τη νύχτα ακόμα θα νόμιζε κανένας ότι ζωγραφίζω. Μες στον ύπνο μου.

 

Κώστας Πίτσιος: Κυρίαρχο, λοιπόν, το μερίδιο που κρατά η τέχνη στη ζωή σας...

 

-Και μάλιστα και τώρα έχω καλό μυαλό. Μπορεί κάτι να κάνω, άμα οργανωθώ και συγκεντρωθώ. Η δομή μένει ίδια. Καλλιεργείται πάνω στη δομή. Χτίζεις. Αλλά, η δομή έχει εξωραϊσμούς, έχει ευρήματα καινούρια. Και τα καινούρια δίνουν καινούριο. Ευχαριστώ πολύ!

 


Ευχαριστώ πολύ εγώ.

No comments: